δουλοδιδάσκαλος

δουλοδιδάσκαλος
δουλοδιδάσκαλος
teacher of slaves
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • δουλοδιδασκάλοις — δουλοδιδάσκαλος teacher of slaves masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλοδιδασκάλῳ — δουλοδιδάσκαλος teacher of slaves masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δουλοδιδάσκαλον — δουλοδιδάσκαλος teacher of slaves masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δάσκαλος — και διδάσκαλος, ο (θηλ. δασκάλα και δασκάλισσα και διδασκάλισσα, η) (AM διδάσκαλος, ο, η) 1. όποιος έχει ως επάγγελμα να διδάσκει άλλους, κυρίως τις πρώτες, απαραίτητες γνώσεις 2. αυτός που διδάσκει και προκαλεί αλλαγές («ο πόλεμος... βίαιος… …   Dictionary of Greek

  • δούλος — η και α, ο (AM δοῡλος, η, ον) (το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.) αυτός που στερείται την προσωπική του ελευθερία από αιχμαλωσία, αγορά ή κληρονομιά και αποτελεί ιδιοκτησία άλλου μσν. νεοελλ. 1. υπηρέτης, διάκονος, υποτακτικός 2. «δοῡλος τοῡ θεοῡ»… …   Dictionary of Greek

  • Φερεκράτης — Αθηναίος ηθοποιός και κωμωδιογράφος της αρχαίας αττικής κωμωδίας. H δράση του σημειώνεται στο δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ., λίγο πριν από τον Αριστοφάνη. Του αποδίδονται πολλές κωμωδίες, από τις οποίες οι τρεις θεωρούνται νόθες. Οι τίτλοι τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”